«Γεννηθήκαμε σὲ μία ἐποχή, ποὺ ὅλα τελειώνουν»
(Ἐφηβικὸ σύνθημα)
Γράφει ο Δημήτριος Νατσιός, Δάσκαλος
Τὸ ἔχω ξαναγράψει παλαιότερα, ἀλλὰ τὸ ἐπαναλαμβάνω. Διδάσκω ἀνελλιπῶς ἐδῶ καὶ εἴκοσι πέντε περίπου χρόνια καὶ δὲν ἔχω ἀκούσει ποτὲ ἢ σχεδὸν ποτέ, μαθητὴ τῆς τάξης μου, νὰ μεταφέρει ἐξωσχολικὲς γνώσεις καὶ ἐμπειρίες, χωρὶς νὰ ἀρχίζει τὸν λόγο του μὲ τὴν ἑξῆς κοινότοπη φράση: «Κύριε, εἶδα στὴν τηλεόραση». Τὸ «ἄκουσα ἀπὸ τοὺς γονεῖς μου ἢ τὴ γιαγιὰ ἢ τὸν παππού μου», ἔχει πλέον ἐκλείψει ἀπὸ τὸ λεξιλόγιο τῶν παιδιῶν. Καὶ αὐτὸ τὸ ἐλάχιστο παράδειγμα ἐξεικονίζει τὴν φοβερὴ ἀλήθεια: Τὴν σαρωτικὴ καὶ ἀποκλειστικὴ ἐπίδραση τῆς εἰκόνας. Τὸ φαινόμενο δὲν περιορίζεται μόνο στὶς μικρὲς ἡλικίες. Στὴν ἐφηβικὴ ἡλικία, ἡ ὁποία εἶναι ἀναπτυξιακὰ εὐάλωτη σὲ ἐθισμό, παρατηρεῖται καὶ ἀναγνωρίζεται ἀπὸ τὴν ἐπιστημονικὴ κοινότητα, ἕνα νέο νόσημα, ποὺ ὀνομάζεται διαδικτυακὸς ἐθισμός. (Τὶς πληροφορίες τὶς ἄντλησα ἀπὸ τὸ ἐγκυρότερο ἐν Ἑλλάδι, ἀλλὰ καὶ ἀπὸ τὰ πιὸ σοβαρὰ πανευρωπαϊκῶς, περιοδικὸ «Παιδιατρική», τεῦχος 6, Νοε-Δεκ 2008).
Σύμφωνα μὲ τὴν Ἀμερικανικὴ Ψυχολογικὴ Ἐταιρία ὁ διαδικτυακὸς ἐθισμός, ἡ «ἠλεκτρονικὴ μορφίνη», ὅπως προσφυῶς ὀνομάστηκε, διαγιγνώσκεται σὲ ἄτομα ποὺ πληροῦν τὰ ἑξῆς κριτήρια:
Α. Ἀνοχή, δηλαδὴ ἀνάγκη αὔξησης τοῦ χρόνου σύνδεσης μὲ τὸ διαδίκτυο.
Β. Συμπτώματα στέρησης (ἀνησυχία, εὐερεθεστικότητα, ἄγχος, φαντασιώσεις, ἀκούσιες ἢ ἑκούσιες κινήσεις δακτυλογράφησης, μετὰ ἀπὸ διακοπὴ ἢ μείωση τῆς χρήσης).
Γ. Ὑποχώρηση τῶν πιὸ πάνω συμπτωμάτων μόνο μετὰ ἀπὸ χρήση.
Δ. Χρήση γιὰ πολὺ μεγαλύτερο διάστημα ἀπὸ ὅ,τι τὸ ἄτομο εἶχε πρόθεση.
Ε. Ἐπιλογὴ πολλῶν δραστηριοτήτων μέσῳ διαδικτύου (ἀγορά, ἐπικοινωνία, παιχνίδια).
ϛ. Διακοπὴ ἢ σημαντικὴ μείωση τῆς κοινωνικῆς, προσωπικῆς, δημιουργικῆς καὶ ἐπαγγελματικῆς δραστηριότητας λόγῳ χρήσεως τοῦ διαδικτύου.
Στοὺς ἐφήβους, τώρα, τὰ κύρια συμπτώματα τῆς «εἰκονικῆς μορφίνης» εἶναι κυρίως: ἀντικοινωνικὴ συμπεριφορά, ἀπόρριψη τῆς πραγματικότητας, ἀδιαφορία γιὰ τὴν μάθηση καὶ τὴν ἐπαγγελματικὴ ἀποκατάσταση, ἀπουσίες ἀπὸ τὸ σχολεῖο καὶ πολύωρες ἐπισκέψεις σὲ ἴντερνετ-καφέ, κλοπὴ χρημάτων ἀπὸ τὸ σπίτι, ἐλλιπὴς ξεκούραση καὶ διατροφή, ἐπιθετικὴ συμπεριφορὰ σὲ κάθε προσπάθεια μείωσης τῆς χρήσεως. (Τὰ ἴδια νομίζω, συμπτώματα θὰ διαβάζαμε καὶ σ’ ἕναν ναρκωμανῆ). Πρέπει νὰ ἐμπιστευτοῦμε τὰ ὅσα λένε οἱ Ἀμερικανοί, ποὺ ἔχουν πολὺ πιὸ αὐξημένο πρόβλημα ἀπ’ ὅ,τι ἐμεῖς. Ἐξ ἄλλου ἰσχύει πάντοτε τὸ εὐστόχως ρηθέν: «Ἂν θὲς νὰ δεῖς τὴν Ἑλλάδα τοῦ μέλλοντος, ἐπισκέψου τὴν σημερινὴ Ἀμερική».
Σύμφωνα πάλι μὲ τὶς μελέτες τῶν εἰδικῶν ἐπιστημόνων, ποὺ περιέχονται στὸ καλὸ περιοδικό, οἱ κοινωνικοὶ παράγοντες, ποὺ εὐνοοῦν τὴν ἐμφάνιση τῆς νόσου, εἶναι οἱ ἑξῆς: Διαταραχὴ στὴν οἰκογενειακὴ συνοχή. Μονογονεϊκὴ οἰκογένεια. Ἐλλιπὴς οἰκογενειακὴ στήριξη. Ἐλλιπὴς ἢ ἀνύπαρκτη ἐποπτεία. Ἐλεύθερη χρήση, χωρὶς χρονικοὺς καὶ ποιοτικοὺς περιορισμούς. Ὑπερπροστατευτικὸ ἢ αὐστηρὸ περιβάλλον. Παρουσία ἠλεκτρονικοῦ ὑπολογιστῆ στὸ δωμάτιο τοῦ παιδιοῦ. Μειωμένες δραστηριότητες ἐκτὸς σπιτιοῦ. Συχνὲς ἐπισκέψεις στὰ «διαδικτυακὰ» καφέ.
Τὰ παραπάνω ὅμως ἀπαιτοῦν κάποιο σχολιασμό. Ὅλα ἀρχίζουν καὶ τελειώνουν στὴν οἰκογένεια. Στὴν Ἑλλάδα, σὲ σχέση μὲ ἄλλες «προοδευμένες» χῶρες, ἔχουμε τὰ χαμηλότερα ποσοστὰ ἐθισμοῦ, διότι λειτουργεῖ ἡ, βιαίως πολεμουμένη, παραδοσιακὴ μορφὴ οἰκογένειας. Ὅταν ἡ οἰκογένεια «μπάζει» ἀπὸ παντοῦ, τὸ πρῶτο θύμα εἶναι τὸ παιδί. Ἐπιβιώνουν καὶ θὰ ἐπιβιώσουν οἰκογένειες, ποὺ εἶναι συντηρητικὲς καὶ χρησιμοποιῶ τὴν λέξη μὲ τὴν πρωταρχική, τὴν κυριολεκτική της σημασία. Ἡ οἰκογένεια ὀφείλει νὰ κρατήσει ὅ,τι τιμαλφὲς παρέλαβε ἀπὸ τὶς προηγούμενες γενεὲς καὶ νὰ ἀποφύγει τὶς καταστρεπτικὲς ἀνοησίες, ποὺ «βαφτίζονται καινοτομίες», καὶ τὶς εἰσηγοῦνται κάτι ἄσχετοι τυχοδιῶκτες, «προοδευτικοὶ» τσαρλατάνοι. Ἂς κλείσουν οἱ γονεῖς τὰ αὐτιά τους σ’ ὅλες αὐτὲς τὶς σειρηνωδίες, τὶς τσιρίδες τῶν ἀνισόρροπων, ποὺ ὁραματίζονταν μία «Νέα Ἐποχὴ» λόγῳ διαδικτύου. Δόξα τῷ Θεῷ, σὲ ὁρισμένα πράγματα ἔχουμε μείνει πίσω ἀπὸ τὴν Εὐρώπη.
Ἐπιμένουμε σὲ κάποιες «καθυστερημένες» συνήθειες, ποὺ μᾶς ὑπενθυμίζουν πὼς εἴμαστε ἄνθρωποι, ἐλεύθεροι, Ἕλληνες μὲ Ἱστορία καὶ παράδοση. Καὶ νηστεῖες κάνουμε, καὶ στὶς ἐκκλησιὲς βαφτιζόμαστε καὶ παντρευόμαστε, καὶ τὴν ἀφιλοπατρία ἀπεχθανόμαστε, καὶ ἡ ἱστορία μας μᾶς συγκινεῖ καὶ τὴν συγγένεια τιμοῦμε, τὸ μοναδικὸ καταφύγιο ἀπέναντι στὴν περιρρέουσα πνευματικὴ ἐξαθλίωση. Ὅλα αὐτὰ τὰ δηλητηριώδη ρεύματα μπαίνουν μὲς στὸ σπίτι μέσῳ τῆς τηλεόρασης, τοῦ διαδικτύου καὶ τῶν κινητῶν. Ὅσο μποροῦν οἱ γονεῖς, ἂς προφυλάξουν τὰ παιδιά τους ἀπὸ αὐτὰ τὰ τρία ψυχοφθόρα ἀντικείμενα. Ἂς μὴν ἐλπίζουν στὸ σχολεῖο, αὐτὸ ἔχασε τὸν διαπλαστικὸ ρόλο του. Δὲν ἀποτελεῖ πιὰ θεματοφύλακα ἀξιῶν, ἀλλὰ ἐπιταχυντὴ τῆς πνευματικῆς χρεωκοπίας.
Στηλιτεύουμε, γιὰ παράδειγμα, τὰ βιβλία γλώσσας τοῦ δημοτικοῦ, διότι τὰ κατάντησαν κακέκτυπό του διαδικτύου, ἐθίζουν ἐξ ἁπαλῶν ὀνύχων τὰ παιδιὰ στὴν χρήση του. Τὸ σύνθημα σαφές: «Μόνο μὲ εἰκόνες μαθαίνεις». Γνωρίζουμε ὅλοι μας ὅτι ἔφηβοι μὲ ἐθισμούς, προέρχονται πολλὲς φορὲς ἀπὸ διαλυμένες οἰκογένειες, εἶναι παιδιὰ ποὺ δὲν βίωσαν τὴν εὐλογημένη ἀγάπη, ποὺ ἀνατράφηκαν χωρὶς τὸ γονεϊκὸ πρότυπο, μπουκωμένα ἀπὸ ὑλικὰ ἀγαθά, δηλαδή, παιδιὰ χωρὶς ἐλπίδα. Καὶ ὅμως στὰ σχολικὰ βιβλία τὸ πρότυπο δὲν εἶναι ἡ παραδοσιακὴ ἑλληνικὴ οἰκογένεια. Ὄχι. Αὐτὸ «μυρίζει» σκοταδισμό. Σὲ κείμενο μὲ τίτλο «μία οἰκογένεια ἀνάμεσα στὶς ἄλλες», στὸ β´ τεῦχος τῆς γλώσσας ϛ´ Δημοτικοῦ, περιγράφονται διάφορα «εἴδη» οἰκογενειῶν. Στὸ τέλος διαβάζουμε: «Ὅταν μεγαλώσω», λέει τὸ παιδὶ – ἀφηγητής, «καὶ κάνω δική μου οἰκογένεια δὲν ξέρω ἀκόμα πῶς θὰ μοιάζει…». (Τὸ ὄνειρο βέβαια τοῦ κάθε νεοταξοσκώληκα εἶναι ἡ ἑξῆς οἰκογένεια δύο θηλύγλωσσοι μὲ σύμφωνο ἐλεύθερης συμβίωσης, ποὺ θὰ ἔχουν υἱοθετήσει ἕνα παιδί).
Ἂν ἐπιμένω στὸν ρόλο τῆς οἰκογένειας, εἶναι ἐπειδὴ καὶ οἱ τρεῖς ἔρευνες ποὺ περιέχει τὸ περιοδικό, συγκλίνουν σ’ αὐτὴ τὴν θέση: Κύριος ἐκπαιδευτὴς τῶν παιδιῶν ποὺ παρουσίασαν ἐθισμὸ διαδικτυακὸ ἦταν τὸ οἰκογενειακὸ περιβάλλον, καὶ κυρίως οἱ γονεῖς. Τὰ παιδιά μας ἔρχονται στὸν κόσμο χωρὶς τηλεόραση, χωρὶς διαδίκτυο, χωρὶς κινητά. Ὅλα αὐτὰ τὰ προσφέρει ὁ γονέας. Τὰ παιδιὰ μὲ ἀδιαμόρφωτη ἀκόμη προσωπικότητα, «βομβαρδίζονται» ἀπὸ μία ἐμπειρία, ποὺ σχεδὸν καταργεῖ τὰ ὅρια τοῦ πραγματικοῦ καὶ τοῦ μὴ πραγματικοῦ. Οἱ ἀντικοινωνικὲς πράξεις, ἀκόμη καὶ τὰ προσφάτως ἀνήκουστα ἐγκλήματα, εἶναι, πολλὲς φορές, ἀντιγραφὲς τῆς τηλεοπτικῆς βίας ἢ διαδικτυακὴ «παιδαγωγία». Δυστυχῶς τέτοιες μελέτες δὲν φτάνουν ποτὲ στὶς τηλεοπτικὲς εἰκόνες.
Ἀφήσαμε τὰ παιδιὰ μόνα καὶ ἀνυπεράσπιστα μπροστὰ στὶς ὀθόνες καὶ δρέπουμε τοὺς «καρποὺς» τὶς ἐγκληματικῆς ἀδιαφορίας καὶ σιωπῆς. Ὅμως «ὁ ἄνθρωπος, λέει ὁ Μπρέχτ, «γιὰ νὰ νιώσει ἄνθρωπος, πρέπει νὰ τὸν φωνάξεις». Νὰ τὸν πεῖς ἄνθρωπο. Τὸ παιδί, ἂν δὲν ἀκούσει νὰ μιλᾶνε γιὰ ἀγάπη, δὲν θὰ νιώσει ἀγάπη. Ἂν δὲν ἀκούσει νὰ τοῦ μιλᾶνε γιὰ ἀξίες, δὲν θὰ αἰσθανθεῖ τὴν ἀνάγκη νὰ ἀγωνισθεῖ γιὰ ἀξίες. Καὶ ἔτσι ποτὲ δὲν θὰ γίνει παιδὶ μὲ ἀξία. Ἀνάγκη, λοιπόν, νὰ ξαναφέρουμε τὶς μεγάλες λέξεις στὴ ζωή μας. Ὄχι τὰ μεγάλα λόγια. Πρέπει νὰ βγοῦν ἀπὸ τὴ ναφθαλίνη οἱ λέξεις καθῆκον, εὐθύνη, σεβασμός, ἀλληλεγγύη. Ἀλλιῶς οἱ λέξεις, ποὺ ἐκφράζουν διεκδικήσεις καὶ κατακτήσεις, θὰ ἐκτοπίσουν κάθε ἴχνος συναισθηματισμοῦ, κάθε ἴχνος ἀνθρωπιᾶς ἀπὸ τὴ ζωή μας. Καὶ τότε τὴν λατρεία τῆς τεχνολογίας θὰ ἀντικαταστήσει ἡ τεχνολογία τῆς λατρείας. (Σ. Καργάκος, «Ἀλεξία», ἔκδ. Guterberg σελ. 142).
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου