Θ9 Ποιοι είναι οι μεγάλοι γλύπτες του 5ου και 4ου αι. π.Χ. και ποια τα γνωστότερα έργα τους;
Ο "Ποσειδών του Αρτεμισίου" (460-450 π.Χ.), χαλκός, ύψος 2,09 μ., από τη θαλάσσια περιοχή του Αρτεμισίου (βόρειο άκρο της Εύβοιας), Αθήνα, Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο.
Το έργο αυτό βρέθηκε στα συντρίμμια ενός ναυαγίου. Ο γενειοφόρος θεός μπορεί να είναι ο Ποσειδώνας, έτοιμος να πετάξει την τρίαινα, ή ο Δίας έτοιμος να πετάξει κεραυνό. Η στάση είναι "δανεισμένη" από τα αθλήματα των γυμναστηρίων: τα χέρια πλήρως τεντωμένα μακριά από τον κορμό, ενώ το δεξί πόδι, ελαφρά ανασηκωμένο, δεν πατά στο έδαφος, γεγονός που δείχνει την εξαίρετη τεχνική της χύτευσης.
Ο "Δισκοβόλος" (450 π.Χ. περίπου), ρωμαϊκό αντίγραφο από πρωτότυπο χάλκινο έργο του Μύρωνα, μάρμαρο, ύψος 1,55 μ., από τη Ρώμη (Εσκουλίνο), Εθνικό Μουσείο Ρώμης.
Ο αθλητής βρίσκεται στην υπέρτατη στιγμή της έντασης. Το χέρι που κρατά το δίσκο είναι στο ύψιστο σημείο ενός νοητού τόξου, πριν ακόμη αρχίσει να έρχεται προς τα κάτω. Είμαστε μπροστά στο "πάγωμα" της κίνησης. Όλη η ένταση του σώματος αποδίδεται με δύο αλληλοτεμνόμενα τόξα, ενώ διακρίνουμε και τέσσερα επάλληλα τρίγωνα. Η απόδοση κάθε μέρους είναι αποτέλεσμα μεγάλης ανατομικής σπουδής του σώματος. Παρ' όλη την ένταση της κίνησης, το πρόσωπο είναι ήρεμο, με μια έκφραση περίσκεψης. Ο αθλητής δεν "ποζάρει", είναι συγκεντρωμένος στην κίνηση του χεριού του. Ο κορμός του δέντρου στα πόδια είναι πρόσθετο στοιχείο, προκειμένου να δυναμώσουν τα πιο αδύνατα σημεία του αγάλματος στο μαρμάρινο αντίγραφο.
Ο "Δορυφόρος" (440 π.Χ. περίπου), ρωμαϊκό αντίγραφο, έργο του Πολύκλειτου μάρμαρο, ύψος 2,12 μ., από την Πομπηία, Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο Νάπολης. Το πρωτότυπο έργο ήταν χάλκινο. Τα αντίγραφά του σε μάρμαρο είναι πολλά. Ήταν τόσο γνωστό στην αρχαία Ρώμη, που πολλές φορές δεν έφερε επιγραφή. Το έργο είχε ονομάσει ο ίδιος ο Πολύκλειτος "Κανόνα", υπόδειγμα συμμετρίας και αναλογιών, πάνω στο οποίο είχε γράψει ομώνυμη πραγματεία για την τέλεια αρμονία των μερών του σώματος. Ο αθλητής στηρίζεται στο δεξί πόδι, ενώ αντίθετα το αριστερό χέρι, λυγισμένο, κρατούσε προφανώς το δόρυ. Το αριστερό πόδι είναι σε ανάπαυση, με τα δάχτυλα να αγγίζουν μόλις το έδαφος. Το δεξί χέρι, επίσης σε ανάπαυση, πέφτει προς τα κάτω.
Το Θέατρο της Επιδαύρου, απόλυτα συνυφασμένο με το ελληνικό πνεύμα, είναι εξ ολοκλήρου ελληνική δημιουργία, αρχιτεκτονικό έργο, κατά τον Παυσανία, του Πολύκλειτου του Νεότερου
Στη γλυπτική η οριστική ρήξη με ό,τι είχε σχέση με το άκαμπτο και το στατικό έγινε γύρω στο 480 π.Χ., με το έργο ο "Παις του Κριτίου", το οποίο αποδίδεται στο γλύπτη Κριτία Πρόκειται για το πρωιμότερο έργο γλυπτικής στο οποίο εμφανίζεται το ενδιαφέρον για τη φυσική στάση του ανθρώπινου σώματος. Η φυσική στάση των ανθρώπων δεν είναι εκείνη των κούρων ή των αιγυπτιακών μακρινών τους προτύπων. Οι άνθρωποι συνήθως μετακινούν το βάρος του σώματός τους από τον κεντρι κό άξονα στο ένα πόδι. Έτσι όμως μετακινούνται και όλα τα άλλα μέρη του σώματος: όταν τεντώνε ται το ένα πόδι που φέρει το βάρος του σώματος, το άλλο χαλαρώνει και λυγίζει. Ταυτόχρονα διαφοροποιείται το ύψος των γλουτών. Ο ώμος που αντιστοιχεί στο σταθερό πόδι κατεβαίνει, ενώ γέρνει λίγο και το κεφάλι. Στο σταθερό πόδι αντιστοιχεί, χιαστί, το χαλαρό χέρι, στο δε λυγισμένο πόδι αντιστοιχεί το σταθερό χέρι. Οι ιστορικοί της τέχνης ονομάζουν τη στάση αυτή που παρατηρείται στη γλυπτική "χιασμό" ή "contrapposto". Είναι η στάση που θα χαρακτηρίσει όλη τη γλυπτική του ανθρώπινου σώματος στην κλασική τέχνη. Ύστερα από πολλούς αιώνες επανεμφανίστηκε στην Αναγέννηση και σήμανε την αναβίωση της κλασικής τέχνης.
Το τέλος της κλασικής εποχής: οι ελληνιστικοί χρόνοι
Ο Πελοποννησιακός Πόλεμος, που τελείωσε το 404 π.Χ. με την ήττα της Αθήνας, βρήκε τις πόλεις-κράτη εξουθενωμένες. Οι εμφύλιοι πόλεμοι και οι κοινωνικές εντάσεις διατάραξαν την κοινωνική ισορροπία και όξυναν τις αντιθέσεις στο εσωτερικό των πόλεων-κρατών. Η ανάμειξη των Περσών στα ελληνικά πράγματα, και η αυξανόμενη κρίση των ελληνικών πόλεων οδήγησαν στην "πανελλήνια ιδέα", την πολιτική δηλαδή ένωση των Ελλήνων ενάντια στην πάντοτε ελλοχεύουσα περσική απειλή.
Η ανερχόμενη δύναμη του βασιλιά της Μακεδονίας Φιλίππου έκανε πολλούς να προσβλέπουν σε αυτόν για την ένωση των ελληνικών πόλεων. Το 338 π.Χ., στην καθοριστική μάχη της Χαιρώνειας της Βοιωτίας, ο Φίλιππος κατέστειλε και την τελευταία αντίσταση του ενωμένου στρατού Αθηναίων και Θηβαίων. Στη συνέχεια, ο Φίλιππος ηγήθηκε ως "στρατηγός αυτοκράτωρ" της πανελλήνιας εκστρατείας εναντίον των Περσών. Η εκστρατεία όμως αυτή δεν πραγματοποιήθηκε από τον ίδιο, γιατί δολοφονήθηκε το καλοκαίρι του 336 π.Χ., αλλά από το διάδοχό του Αλέξανδρο (336-323 π.Χ.), ο ο ποίος έμελλε να δημιουργήσει ένα απέραντο κράτος ως τα βάθη της Ασίας και να διαδώσει τον ελληνικό πολιτισμό.
Στην τέχνη, ο 4ος αιώνας είναι το στάδιο ωρίμασης των κατακτήσεων του 5ου αιώνα, κατά τη διάρκεια του οποίου εμφανίστηκαν τα χαρακτηριστικά που θα επικρατήσουν στην τέχνη της επόμενης εποχής, που ονομάζεται συμβατικά ελληνιστική.
Η ελληνιστική περίοδος αρχίζει από το θάνατο του Αλεξάνδρου και τελειώνει με την υποταγή της Αιγύπτου, υπό τη βασιλεία της Κλεοπάτρας, στον Καίσαρα Οκταβιανό (ναυμαχία του Ακτίου, 31 π.Χ.). Τα ελληνιστικά κέντρα των επιγόνων του Μεγάλου Αλεξάνδρου, η Αλεξάνδρεια στην Αίγυπτο, η Πέργαμος στη Μικρά Ασία, η Αντιόχεια στη Συρία και άλλα, έγιναν πάμπλουτες πόλεις που
Ο "Αποξυόμενος", έργο του Λυσίππου (330 π.Χ. περίπου), μάρμαρο, ρωμαϊκό αντίγραφο από πρωτότυπο χάλκινο, ύψος 2,05 μ., Ρώμη, Μουσείο Βατικανού.
Οι αναλογίες που εισήγαγε ο Λύσιππος μπορούν να μελετηθούν σε αυτό το γλυπτό, ιδίως αν αυτό συγκριθεί με το "Δορυφόρο" του Πολύκλειτου. Μια ενέργεια διατρέχει όλοτο σώμα του αθλητή, ενώ το ένα χέρι ετοιμάζεται να περάσει στο άλλο την ξύστρα (στλεγγίδα) που καθαρίζει το λάδι με το οποίο αλείφονταν οι αθλητές πριν από τον αγώνα. Δεν υπάρχει πια μετωπικότητα, αντίθετα το γλυπτό πρέπει να ιδωθεί από διάφορα σημεία, αφού η κίνησή του γίνεται αντιληπτή αν κοιταχτεί από το πλάι. Η παροδικότητα, το στιγμιαίο, αλλά και ο συναισθηματικός κόσμος του απεικονιζομένου εισάγονται τώρα στη γλυπτική.
Αν ο 5ος αιώνας π.Χ. χαρακτηρίστηκε από τη γενική ιδέα της επιβολής της τάξης επάνω στα πράγματα, της τελειότητας του ορθού λόγου, της εξιδανίκευσης της φύσης και των ιδανικών αναλογιών που δημιουργούσαν τέλειους ναούς, ιδανικά σώματα, ιδανική ομορφιά, τα τελευταία χρόνια του 4ου αιώνα π.Χ. χαρακτηρίζονται από μια στροφή προς το απτό, το κοντινό, προς το λιγότερο εξιδανικευμένο, προς το υποκειμενικό και το ατομικό. Οι θεοί του Πραξιτέλη διατηρούν την υπερκόσμια ο μορφιά τους, όμως είναι πιο ανθρώπινοι, πιο υπαρ κτοί και πιο οικείοι. Μαζί με τον Πραξιτέλη μοιράστηκαν τον ίδιο "εξανθρωπισμό" των θεών - ο καθένας με το δικό του τρόπο - άλλοι δύο γλύπτες της τελευταίας γενιάς της κλασικής περιόδου: ο Σκόπας από την Πάρο, ο οποίος προσέδωσε ιδιαίτερο συναισθηματισμό στους θεούς του, και ο Λύσιππος από τη Σικυώνα, ο οποίος επιλέχθηκε από τον Αλέξανδρο ως ο μόνος ικανός για να απαθανατίσει τη μορφή του.
Ο Λύσιππος εισήγαγε ένα νέο κανόνα μέτρησης των αναλογιών του ανθρώπινου σώματος στη γλυπτική, σύμφωνα με τον οποίο τα σώματα γίνονταν πιο λεπτά από εκείνα του Πολύκλειτου. Σύμφωνα με τον κανόνα του Πολύκλειτου, το ανθρώπινο κεφάλι έπρεπε να αποτελεί το ένα έβδομο του σώματός του. Ο Λύσιππος θεωρούσε ότι το κεφάλι έπρεπε να είναι το ένα όγδοο του συνόλου.
Όταν το 146 π.Χ. οι Ρωμαίοι ολοκλήρωσαν την κατάκτηση της κυρίως Ελλάδας, ανακήρυξαν ορισμένες από τις πόλεις-κράτη ελεύθερες (Αθήνα, Σπάρτη, Σικυώνα). Παρ' όλα αυτά, καμία από τις πόλεις - ούτε και η Αθήνα - δεν μπόρεσε να ακμάσει πολιτικά και οικονομικά. Η Αθήνα όμως διατήρησε το κύρος της ως κέντρο του πολιτισμού και της γνώσης. Οι Έλληνες καλλιτέχνες έγιναν περιζήτητοι, τόσο για να τροφοδοτήσουν τη Ρώμη με αντίγραφα των κλασικών και ελληνιστικών έργων όσο και για να δημιουργήσουν νέα γλυπτά, προκειμένου να διακοσμηθούν οι επαύλεις των πλούσιων Ρωμαίων.
Η ΑΚΡΟΠΟΛΗ ΤΗΣ ΑΘΗΝΑΣ
Όταν το 480 π.Χ. οι Πέρσες έκαψαν την Ακρόπολη, οι Αθηναίοι, όπως και οι άλλοι Έλληνες, ορκίστηκαν να αφήσουν τους ναούς τους κατεστραμμένους, ως μνημεία της ασέβειας των βαρβάρων, και να μην τους ξαναχτίσουν. Ωστόσο, ύστερα από την οριστική νίκη του Κίμωνα κατά των Περσών στον Ευρυμέδοντα, το 462 π.Χ., ξεκινά στην Αθήνα το πρόγραμμα ανοικοδόμησης των ιερών κτιρίων. Μετά τον εξοστρακισμό του Κίμωνα το πρόγραμμα διακόπτεται και επαναλαμβάνεται από τον Περικλή τρο ποποιημένο, ώστε το αποτέλεσμα να είναι μεγαλοπρεπέστερο.
Οι αρχιτέκτονες που πλαισίωσαν το επιτελείο του Περικλή ήταν ο Ικτίνος και ο Καλλικράτης και αργότερα ο μαθητής τους Μνησικλής. "Πάντων επίσκοπος" κατά τον Πλούταρχο, αυτός δηλαδή που είχε τη γενική εποπτεία του έργου, ήταν ο γλύπτης Φειδίας.
"Ο Παρθενών έμεινε σχεδόν άθικτος επί σειράν αιώνων. Οι χριστιανοί κατά τον 4ο και 5ο μ.Χ. αιώνα έκαναν μικρές μετατροπές στο εσωτερικό (προσθήκη αψίδος, άνοιγμα πλευρικών εισόδων, διαμόρφωσις κλιμακοστασίου ανόδου στην ΝΔ. γωνία του σηκού),- όταν το μνημείο έγινε εκκλησία. Κατά το διάστημα της Φραγκοκρατίας χρησίμευσε σαν καθολική μητρόπολις των Φράγκων δουκών των Αθηνών. Αργότερα έγινε τζαμί. Στα 1687, μία έκρηξις πυρίτιδος (κατά την πολιορκία του κάστρου της Ακροπόλεως από τους Ενετούς) προεκάλεσε φοβερή καταστροφή στον ναό, με την κα τάρρευση του σηκού και των περισσοτέρων κιόνων της βορεινής πλευράς. Αργότερα, στα 1801-1803, αφαιρέθηκαν από τον ερειπωμένο Παρθενώνα τα περισσότερα από τα γλυπτά του. Στο διάστημα μεταξύ 1835-1844 το μνημείο απηλλάγη από τις νεώτερες προσθήκες και έγιναν καθαρισμοί, ενώ κατά τα έτη 1898-1929 σημαντικά τμήματα ανεστηλώθησαν, όχι με απόλυτη επιτυχία πάντοτε".
Χ.Θ. Μπούρας, Μαθήματα ιστορίας της Αρχιτεκτονικής, 1968, τόμος Α', σ. 187.
Ο Παρθενώνας (447-438 π.Χ.). Ο Παρθενώνας χτίστηκε σε πολύ σύντομο χρονικό διάστημα. Βασισμένος σε σχέδια του Ικτίνου, ξεκίνησε να χτίζεται το 447 π.Χ. και ήταν έτοιμος το 438 π.Χ. Έξι χρόνια ακόμη χρειάστηκαν για να ολοκληρωθεί ο γλυπτός διάκοσμος σύμφωνα με το πρόγραμμα του Φειδία, ο οποίος συνεργάστηκε με τους μαθητές του, Αλκαμένη και Αγοράκριτο. Είναι ο μεγαλύτερος ναός δωρικού ρυθμού, αφού οι ναοί του Σελινούντα και του Ακράγαντα, που είναι μεγαλύτεροι, δεν ολοκληρώθηκαν ποτέ.
Ο Παρθενώνας, αφιερωμένος στην Αθηνά, είναι ένας παλλόμενος από εσωτερική ζωή "οργανισμός". Αυτό οφείλεται στις καμπυλώσεις και στις κλίσεις του, που ονομάζονται "οπτικές διορθώσεις" ή, ορθότερα, "εκλεπτύνσεις" . Οι καμπυλώσεις παρατηρούνται στο στυλοβάτη, στο επιστύλιο, στα τρίγλυφα, στο γείσο και στο αέτωμα. Οι κίονες δεν είναι ευθύγραμμοι. Η μείωση της διαμέτρου τους προς τα επάνω ονομάζεται "ένταση" και δημιουργεί την ψευδαίσθηση μεγαλύτερου ύψους. Ο στυλοβάτης δεν είναι οριζόντιος, αλλά παρουσιάζει ελαφρά καμπυλότητα, η οποία επαναλαμβάνεται στα επιστύλια, στο θριγκό και στα αετώματα. Οι κίονες συγκλίνουν προς το εσωτερικό του ναού, το ίδιο και οι τοίχοι, δίνοντας στο σύνολο μια αίσθηση ευστάθειας.
Ο γλυπτός διάκοσμος, ο οποίος περιλαμβάνει τα εναέτια, τις 92 μετόπες και τη ζωφόρο που περιτρέχει το σηκό του ναού, αποτελεί ξεχωριστό δείγμα της ελληνικής γλυπτικής και ιδιαίτερο κεφάλαιο στην ιστορία της τέχνης.
Ιππείς, λεπτομέρεια από τη δυτική πλευρά της ζωφόρου του Παρθενώνα (442-438 π.Χ.), μάρμαρο, Αθήνα, Μουσείο Ακρόπολης.
Από τις μεγαλύτερες καινοτομίες στο γλυπτικό πρόγραμμα του Παρθενώνα είναι η αναπαράσταση της πομπής των Παναθηναίων. Ο Φειδίας, ενώ εξωτερικά στις μετόπες, επάνω από τους κίονες του πτερού, ιστορεί τους άθλους των παλαιών ηρώων, όπως ήθελε η παράδοση, μέσα από το περιστύλιο και ψηλά στους τοίχους του σηκού ιστορεί μια από τις κορυφαίες στιγμές της αθηναϊκής ζωής, την πομπή των Παναθηναίων, έτσι καθώς αυτή διέσχιζε από τον Κεραμεικό την Αγορά και κατέληγε στην Ακρόπολη, μεταφέροντας με μεγάλες τιμές τον πέπλο στο άγαλμα της πολιούχου θεάς Αθηνάς. Έτσι, στο κορυφαίο αυτό μνημείο της αθηναϊκής αρχιτεκτονικής ο καθημερινός άνθρωπος απεικονίζεται μαζί με τους θεούς, γεγονός που αντανακλά την έπαρση της πόλης με την αποθέωση του πολίτη της αθηναϊκής δημοκρατίας.
Το Ερεχθείο (421-405 π.Χ.).
Το Ερεχθείο στηρίχτηκε σε ένα πολύπλοκο σχέδιο, διότι έπρεπε να στεγάσει μνημεία με ιερή σημασία για την αθηναϊκή λατρεία, όπως ο τάφος του Κέκροπα και το ση μάδι της τρίαινας του Ποσειδώνα στο βράχο. Μέσα στο ναό, ο οποίος ήταν χτισμένος στη θέση του "παλαιού ναού" που είχαν κάψει οι Πέρσες, φυλασσόταν τώρα το "διιπετές ξόανον" (το σταλμένο δηλαδή από τον ουρανό] της θεάς Αθηνάς, όπως και άλλα τρόπαια από τις νίκες των Αθηναίων κατά των Περσών. Το κτίριο, από τα πλουσιότερα του ιωνικού ρυθμού, αποτελείται από τρία τμήμα τα σε διαφορετικά επίπεδα. Χαρακτηριστική είναι η πρόσταση των κορών, των Καρυάτιδων, οι οποίες χρησιμοποιούνται ως κίονες, σύμφωνα με παλαιά ιωνική παράδοση, από όπου έμπαιναν στο ναό οι κόρες που μετέφεραν τον πέπλο της θεάς.
Τα Προπύλαια (437-432 π.Χ.), θέα των Προπυλαίων από τον Παρθενώνα.
Τα Προπύλαια είναι η μνημειακή είσοδος στην Ακρόπο λη. Στο έργο αυτό ο Μνησικλής έπρεπε να δώσει λύσεις σε πολύ δύσκολα αρχιτεκτονικά προβλήματα (που αφορούσαν τη λειτουργία του, τη φυσική δυσκολία του εδάφους, τη φύση της κατασκευής και χρησιμοποίησε το δωρικό και τον ιωνικό ρυθμό. Δεξιά και αριστερά του προπύλου δημιουργήθηκαν πλευρικά διαμερίσματα: η βόρεια και η νότια πτέρυγα. Η βόρεια πτέρυγα, γνωστή ως "Πινακοθήκη" από τα ζωγραφικά έργα που κοσμούσαν τους τοίχους της, ήταν χώρος ενδιαίτησης των επίσημων προσκυνητών της Ακρόπολης, ενώ η νότια πτέρυγα ήταν η τελετουργική είσοδος για το ιερό τέμενος της Αθηνάς Νίκης.
Ο ναός της Αθηνάς Νίκης (427-424 π.Χ.).
Έργο του αρχιτέκτονα Καλλικράτη. Η χάρη και η κομψότητα του ναού είναι απαράμιλλες, καθώς αυτός υψώνεται επάνω σε πύργο, που από τα μυκηναϊκά χρόνια προστάτευε την είσοδο της Ακρόπολης. Ο ναός είναι αμφιπρό-στυλος: τέσσερις κίονες ιωνικού ρυθμού βρίσκονται στην πρόσοψη και άλλοι τέσσερις στην πίσω πλευρά. Στη ζωφόρο ο γλυπτός διάκοσμος απεικονίζει τη μάχη των Πλαταιών. Πρόκειται για μια ακόμη καινοτομία, εφόσον το θέμα δεν προέρχεται από τη μυθολογία αλλά από την ιστορία.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου