(3ο http://magazino1.blogspot.gr )
Swap ή «Δημιουργική Λογιστική» της Goldman Sachs
Από το 1998 η κυβέρνηση Σημίτη έθεσε σα βασική της επιδίωξη την ένταξη της Ελλάδας στην Οικονομική Νομισματική’Ενωση (ΟΝΕ). Σύμφωνα όμως με τα κριτήρια της αυστηρής οικονομικής πολιτικής που επέβαλε η Συνθήκη του Μάαστριχτ έπρεπε το ετήσιο δημόσιο έλλειμμα της χώρας να μην υπερβαίνει το 3% του ΑΕΠ και το συνολικό δημόσιο χρέος το 60% του ΑΕΠ. Αυτά τα νούμερα όμως δεν έβγαιναν με τίποτα για την Ελλάδα. Η κυβέρνηση Σημίτη, αντί να περιορίσει την παραοικονομία και τη διαφθορά, προτίμησε να αποκρύψει με… «δημιουργική λογιστική» ένα μέρος του χρέους της χώρας, με τη βοήθεια της διαβόητης αμερικανικής επενδυτικής Τράπεζας, Goldman Sachs.
Η κυβέρνηση είχε το 2001 ένα δάνειο 10 δις ευρώ σε γεν που ήθελε να παρουσιάσει μικρότερο για να μην φανεί το συνολικό δημόσιο χρέος. Η «δημιουργική» πρόταση της Goldman Sachs ήταν να μετατραπεί το δάνειο αυτό από γεν σε ευρώ, με βάση όχι τις τρέχουσες ισοτιμίες όπως έπρεπε, αλλά με κάποιες παλιότερες ισοτιμίες που το εμφάνιζαν μειωμένο κατά 2,8 δισ. ευρώ. H διαφορά αυτών των 2,8 δισ. θα ήταν ένα έμμεσο δάνειο της Goldman Sachs στην Ελλάδα, σαν ένα ακόμα swap, το οποίο όμως δε θα φαινόταν στο συνολικό χρέος της Ελλάδας. Οι ετήσιες δόσεις αυτού του swap προς την Goldman Sachs ορίστηκαν στα 360 εκατ. ευρώ, συν τον πληθωρισμό, με χρονολογία αποπληρωμής το 2019.
Μετά το τρομοκρατικό όμως κτύπημα της 11ης Σεπτεμβρίου τα επιτόκια έπεσαν και αυξήθηκε η λογιστική αξία του δημόσιου χρέους μας λόγω αυτού του swap. Οι εμπνευστές του τότε δικαιολογήθηκαν πως ό,τι έκαναν το έκαναν από ένα… όραμα για την Ελλάδα και δεν μπορούσαν να φανταστούν την κατοπινή αυτή πτώση των επιτοκίων. Ο οίκος αξιολόγησης Moody’s πάντως κάλυψε τη δημιουργική λογιστική της Goldman Sachs, αξιολογώντας με άριστα την Ελλάδα! Οι ίδιες πρακτικές συνέχισαν να χρησιμοποιούνται μέχρι τις αρχές του 2009.
Μετά το σκάνδαλο και τη χρεωκοπία της εταιρίας Enron στις ΗΠΑ, η αμερικανική κυβέρνηση άρχισε ελέγχους στις αμερικανικές Τράπεζες για λογιστικά μαγειρέματα σαν αυτά που είχε χρησιμοποιήσει στο παρελθόν αυτή η εταιρία. Φοβούμενη η Goldman Sachs θέλησε να ξεφορτωθεί το ελληνικό swap και ζήτησε το 2005 από την ελληνική κυβέρνηση να το πάρει πίσω. Ο υπουργός οικονομικών τότε της Ν.Δ., Γ. Αλογοσκούφης, έβαλε την Εθνική Τράπεζα να το αγοράσει στην πολύ μεγαλύτερη τιμή των 5,5 δισ. ευρώ. H ΝΔ υποστήριξε πως το έκανε αυτό για να επιμηκύνει το χρόνο αποπληρωμής του μέχρι το 2039, μειώνοντας την ετήσια δόση του στα 320 εκατ. ευρώ.
Αντίστοιχα το πρακτορείο Bloomberg προσέφυγε στη Δικαιοσύνη κατά της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (ΕΚΤ), ζητώντας τη δημοσίευση των εκθέσεων για το πώς έκρυψε η Ελλάδα τα ελλείμματά της με τα swaps. Ο πρόεδρος της Τράπεζας, Ζαν Κλοντ Τρισέ, αρνήθηκε να το κάνει, υποστηρίζοντας ότι οι αποκαλύψεις αυτές «θα μπορούσαν να πλήξουν την εμπιστοσύνη της Κοινής Γνώμης». Ένα αντίστοιχο άρθρο της Ελευθεροτυπίας στις 23 Ιανουαρίου 2011 μιλούσε για «ένα swap με μπλε και πράσινους κόκκους»…
Ο Επίτροπος της Ευρωπαϊκής Ένωσης, Όλι Ρεν, δήλωσε πάντως πως τα swaps δεν είναι πάντα παράνομα, εφόσον είναι συμβατά με τα επιτόκια της αγοράς. Το δικό μας όμως, όπως είπαμε, δεν ήταν, αλλά είχε τροποποιηθεί σε άλλα παλαιότερα, βολικά επιτόκια.
Η έκθεση της Eurostat τον Νοέμβριο του 2009 αποκάλυψε πως η Ελλάδα είχε πραγματοποιήσει πολλές μυστικές ανταλλαγές χρέους (swaps) από το 2001 έως τα τέλη του 2007, οι οποίες οδήγησαν έτσι στην αύξηση του εθνικού χρέους της. Ένα ακόμα λογιστικό κόλπο που έκανε η Goldman Sachs επί κυβέρνησης ΝΔ ήταν να μειώσει λογιστικά το δημόσιο χρέος κατά 0,5% του ΑΕΠ, προεξοφλώντας μελλοντικά έσοδα των αεροδρομίων της χώρας! Μπόρεσε έτσι να «αμειφθεί» για τις υπηρεσίες της, 300 εκατ. ευρώ.
Ένα βασικό ερώτημα είναι εάν οι Ευρωπαίοι εταίροι μας γνώριζαν τη «δημιουργική» μας λογιστική κι έκαναν απλώς τα στραβά μάτια, ή αν τους είχαμε πραγματικά ξεγελάσει, μέχρι την αποκάλυψη της. Η απάντηση -τεκμηριωμένη από πολλούς ξένους οικονομολόγους- είναι πως, ναι, γνώριζαν, αλλά έκαναν τα στραβά μάτια, γιατί η Ελλάδα δεν είναι μια βιομηχανική χώρα και ανταγωνίστρια της Γερμανίας και της Γαλλίας, αλλά μια καλή αγορά γι’ αυτές για να κερδοσκοπήσουν εις βάρος της…
Αφενός μάς δάνειζαν τοκογλυφικά με αρκετά μεγαλύτερο τόκο απ’ ό,τι οι ίδιες δανείζονται και αφετέρου καταλάμβαναν με τις πολυεθνικές εταιρίες τους την εγχώρια αγορά μας. Από την άλλη μεριά φρόντιζαν πάντα να διατηρείται η αντιπαράθεσή μας με την Τουρκία, για να συνεχίζουν να πουλούν πολεμικό υλικό και στα δυο εμπλεκόμενα μέρη! Ούτε λόγος βέβαια να αποδεχτούν τα ανατολικά μας σύνορα ως σύνορα της Ευρώπης ή να επιτιμήσουν ποτέ την Τουρκία για τις συνεχείς προκλήσεις της εναντίον των κυριαρχικών δικαιωμάτων της χώρας μας…
Τέλος, «μιζάροντας» τις διεφθαρμένες ελληνικές επιχειρήσεις (βλέπε Siemens) μπορούσαν να κερδίζουν με υπερτιμολογήσεις ακόμα περισσότερα και να πουλούν με εξωφρενικές τιμές είτε «υποβρύχια που γέρνουν» είτε «σιφοράι» της… συμφοράς.
Η δε ΕΚΤ έχει παραδεχτεί πως το ελληνικό swap διόγκωσε το εθνικό χρέος της χώρας, αλλά κρατάει χαμηλούς τόνους γιατί κατηγορείται και η ίδια ότι έκανε τα στραβά μάτια.
Το Σκάνδαλο του Χρηματιστηρίου
H Κυβέρνηση Σημίτη κατηγορείται επίσης ότι προέτρεψε και ενθάρρυνε τη δημιουργία της φούσκας του ελληνικού Χρηματιστηρίου, το 1999, που στοίχισε σε ενάμισι εκατομμύριο επενδυτές μικρών και μεσαίων εισοδημάτων πάνω από 30 τρισεκατομμύρια δραχμές!
Το προεκλογικό ΠΑΣΟΚ διακήρυσσε, κατά την προεκλογική εκστρατεία του 1999, πως η κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ είχε μετατρέψει το Χρηματιστήριο από «έναν περιθωριακό οικονομικό θεσμό σε ένα μοχλό της οικονομικής ανάπτυξης της χώρας» και πως «ένα εκατομμύριο επενδυτές σήμερα, όπως και όλοι οι Ελληνες, ξέρουν ότι οι μετοχές στο Χρηματιστήριο έχουν αξία» ή ακόμα ότι «οι επενδυτές θέλουν ένα σταθερό πλαίσιο αναφοράς, με συνέχεια, με συνέπεια και διασφαλίσεις. .. Τα διλήμματα είναι υπαρκτά για όλους τους Ελληνες. Είναι υπαρκτά και για τους επενδυτές… όλοι γνωρίζουν σ’ αυτές τις εκλογές τι διακυβεύεται… H συντριπτική πλειοψηφία του ενός εκατομμυρίου επενδυτών… λέει ΝΑΙ στη σταθερότητα, στην ασφάλεια, στην ανάπτυξη…»
Το προεκλογικό ΠΑΣΟΚ αυτοπροσδιοριζόταν σαν ο υπέρμαχος υποστηρικτής και φρουρός της… φούσκας, που αναμενόταν να σκάσει παταγωδώς στα μούτρα των μικροεπενδυτών. Ο κόσμος παραπλανήθηκε, ξαναψήφισε ΠΑΣΟΚ και ο Σημίτης υποστήριξε στη συνέντευξη Τύπου, τον Σεπτέμβριο του 1999 στη ΔΕΘ, πως «ο τζίρος του Χρηματιστηρίου θα είναι υψηλός και θα αποδώσει αυτά τα οποία έχουμε σχεδιάσει» και πως «το Χρηματιστήριο είναι ένας θεσμός σημαντικός για την πρόοδο της οικονομίας… είναι ένας θεσμός, ο οποίος εξυπηρετεί την οικονομία…»
Ανάλογα ευφορικές ήταν και οι δηλώσεις του υπουργού Οικονομίας, Γιάννου Παπαντωνίου. Ο φτωχός κόσμος παρασύρθηκε και βλέποντας τις μετοχές να φουσκώνουν και όλοι να κερδίζουν, αποφάσισε να μη μείνει για μια ακόμη φορά στο περιθώριο, αλλά να πλουτίσει και αυτός. Χωρίς να ξέρει τι του γίνεται για μετοχές και χρηματιστήριο, μάζεψε τις οικονομίες του και άρχισε να επενδύει ανόητα και αλόγιστα, παρασυρόμενος από τις σκόπιμες φήμες που διέδιδαν τα «παπαγαλάκια» ή ακόμα και τα ΜΜΕ.
Οι παίκτες διαρκώς πλήθαιναν και επένδυαν όλο και περισσότερα κεφάλαια, προσδοκώντας όλο και μεγαλύτερα κέρδη. Ο δείκτης του ελληνικού χρηματιστηρίου είχε ξεπεράσει αυτόν του Λονδίνου και έφθανε την Wall Street! Όλοι, ακόμα και οι πιο άσχετοι, ήθελαν να κάνουν μια καλή αρπαχτή. Γρήγορα οι πλασματικές τιμές των μετοχών εκσφενδονίστηκαν στα ύψη, μπήκε περισσότερος αέρας και η φούσκα φούσκωσε ακόμα πιο πολύ. Οι περισσότεροι αγόραζαν ό,τι έβρισκαν μπροστά τους, παρασυρόμενοι από τις σκόπιμες φήμες, ακόμα και μετοχές εταιριών-φαντασμάτων. Δεν υπήρχαν ελεγκτικοί μηχανισμοί και, κυρίως, κανείς δεν ήξερε πότε να σταματήσει.
Οι «θεσμικοί» κερδοσκόποι και απατεώνες όμως ήξεραν καλά πότε να σταματήσουν, πότε να εγκαταλείψουν το παιχνίδι, πουλώντας τις υπερτιμημένες μετοχές τους στους επόμενους, αδαείς παίκτες που έμπαιναν στο παιχνίδι. Έφυγαν με χοντρά λεφτά στη τσέπη, αφήνοντας τους υπόλοιπους με άχρηστα χαρτιά, χωρίς αντίκρισμα. Η κάθοδος είναι η μοιραία συνέπεια της ανόδου, μετά το στόμωμα της «πυραμίδας» στην κορυφή. H αρχική υπερβολική ευφορία και αύξηση της ζήτησης οδήγησε σε υπερτιμημένες μετοχές-φούσκες που κάποια στιγμή έσκασαν και οι τιμές κατάρρευσαν γρήγορα και βίαια στα φυσιολογικά τους επίπεδα.
Δέκα χρόνια μετά το σκάνδαλο του Χρηματιστηρίου Αθηνών, η ελληνική Δικαιοσύνη παρενέβη και παρέπεμψε τον Σεπτέμβριο του 2009 εξήντα επτά άτομα, μεταξύ των οποίων χρηματιστές, τραπεζίτες, επιχειρηματίες, επενδυτές κ.λπ., για τα αδικήματα της απάτης, της άμεσης συνέργειας σε απάτη, της υπεξαίρεσης και του ξεπλύματος βρώμικου χρήματος.
Η εποχή του Κώστα Καραμανλή
Ο Σημίτης παραιτήθηκε από την προεδρία του ΠΑΣΟΚ στις 7 Ιανουαρίου 2004 και τον διαδέχθηκε στις 8 Φεβρουαρίου ο Γιώργος Παπανδρέου. Στις βουλευτικές εκλογές του Μαρτίου του ίδιου έτους ανακηρύχθηκε νικητής των βουλευτικών εκλογών ο νέος πρόεδρος της ΝΔ και ανιψιός του «εθνάρχη», Κώστας Καραμανλής.
Ο Κ. Καραμανλής υποσχέθηκε την επανίδρυση του κράτους και την εξυγίανση των δημόσιων οικονομικών. Παρότι υποσχέθηκε επίσης τη μείωση του κράτους, επιβάρυνε τον ήδη βεβαρημένο δημόσιο τομέα με νέες άχρηστες, κομματικές προσλήψεις, ακυρώνοντας ουσιαστικά πλήρως τον προηγούμενο Νόμο Πεπονή, που προσπαθούσε να θέσει έναν έλεγχο στο πελατειακό κράτος.
Ο Καραμανλής δημιούργησε επίσης 700 νέους δημόσιους οργανισμούς με ετήσιες δαπάνες 200 εκατ. ευρώ. Τελικά, παρότι γνώριζε πολύ καλά την κατάσταση της οικονομίας και ήξερε τι ακριβώς έπρεπε να κάνει, φοβήθηκε το πολιτικό κόστος, δεν έκανε απολύτως τίποτα ή μάλλον επιδείνωσε κατά πολύ την κατάσταση και παρέδωσε, πριν τελειώσει τη θητεία του, την έτοιμη να εκραγεί βόμβα της ελληνικής οικονομίας στην επόμενη κυβέρνηση του Γ. Παπανδρέου, για να σκάσει καλύτερα στα χέρια του.
H περίοδος του Κώστα Καραμανλή (2004 – 2009) χαρακτηρίστηκε επίσης από πολλά σκάνδαλα διαφθοράς, όπως του Βατοπεδίου, των δομημένων ομολόγων, της Siemens κ.α. H κυβέρνησή του επίσης κατηγορήθηκε για το αιφνιδιαστικό κλείσιμο της Βουλής τον Μάιο του 2009, μια κίνηση που οδήγησε στην παραγραφή όλων των εκκρεμουσών υποθέσων για την περίοδο της πρώτης διακυβέρνησης της, που, σύμφωνα με την αντιπολίτευση, έγινε για να συγκαλύψει τα σκάνδαλα εκείνης της περιόδου.
H αρχική απογραφή που είχε κάνει ο νέος υπουργός οικονομικών Γ. Αλογοσκούφης προσδιόρισε το έλλειμμα του 2004 στα 2,95% του ΑΕΠ, σε αντίθεση με το 1,2% που είχε προϋπολογήσει ο προηγούμενος υπουργός οι- κονομικοίν του ΠΑΣΟΚ, Ν. Χριστοδουλάκης. Μετά από χρόνια η Eurostat έδειξε πως αυτό ήταν 7,5%, καθώς ο Χριστοδουλάκης είχε κρύψει διάφορες δαπάνες των Ολυμπιακών Αγώνων.
Τα ελλείμματα της ΝΔ για τα έτη 2005, 2006, 2007 και 2008 ήσαν αντίστοιχα 5,2%, 2,9%, 3,7% και 7,7% . Όσο για το έλλειμμα του 2009, αυτό είχε μια μυθιστορηματική εξέλιξη. Στην αρχή, η κυβέρνηση της ΝΔ μιλούσε για έλλειμμα 4% και αργότερα για ένα έλλειμμα 6%. Στη συνέχεια ο διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος, Γ. Προ- βόπουλος, μίλησε για έλλειμμα 8 ή 9% που θα αύξανε κάθε μήνα κατά 1 μονάδα και ενημέρωσε, όπως βεβαίωσε αργότερα, γι’ αυτό τον Καραμανλή και τον Παπανδρέου.
Η κατοπινή κυβέρνηση Παπανδρέου μίλησε για έλλειμμα 12,7%, το οποίο η Eurostat ανέβασε, μετά από έλεγχο, στα 13,6% και τελικά στα 15,4%! Ήταν το υψηλότερο έλλειμμα του 2009 απ’ όλα τα κράτη της Ευρωπαϊκής Ένωσης! H ΝΔ είχε παραποιήσει τα στατιστικά στοιχεία και είχε παρουσιάσει ένα πολύ μικρότερο έλλειμμα. Το δημόσιο χρέος για το 2009 ανήλθε τελικά στα 126,8% του ΑΕΠ.
Η κυβέρνηση Καραμανλή παρέλαβε το 2004 ένα χρέος 185 δισ. ευρώ (108% ΑΕΠ.) και το παρέδωσε στο τέλος της θητείας της στα 298 δισ. ευρώ (126%)!
Τελικά η μόνη θετική ενέργειά της ήταν η συμφωνία που έκλεισε με τη Ρωσία για τον Αγωγό Μπουργκάς- Αλεξανδρούπολης. Οπουδήποτε αλλού είχε αποτύχει παταγωδώς…
Οικονομική Κρίση 2007 – Μια Ακόμα Φούσκα του Καπιταλισμού
Μετά το τρομοκρατικό κτύπημα της 11ης Σεπτεμβρίου επικρατούσε φόβος και αστάθεια στις χρηματιστικές αγορές. Για να αποφευχθεί η κρίση, οι ΗΠΑ μείωσαν τα επιτόκια και χαλάρωσαν την πίστη, ενθαρρύνοντας τον δανεισμό των πολιτών. Οι Τράπεζες άδραξαν την ευκαιρία και άρχισαν να προσφέρουν ελκυστικά στεγαστικά δάνεια, αρχικά πιο προσεκτικά, εξετάζοντας την αξιοπιστία των δανειοληπτών και αργότερα πιο επιθετικά, χωρίς ιδιαίτερες εγγυήσεις. Το αποτέλεσμα ήταν να προσφέρουν τελικά ενυπόθηκα δάνειο χαμηλής αξιοπιστίας, τα περιβόητα subprimes. Τα φτωχότερα στρώματα του πληθυσμού έτρεξαν να εκμεταλλευτούν τις ευνοϊκές αυτές συνθήκες για να αγοράσουν σπίτι. H αγορά των επισφαλών αυτών στεγαστικών δανείων γρήγορα ανήλθε από το 8% το 2001, στο 20% το 2007 του συνολικού ποσού των στεγαστικών δανείων στις ΗΠΑ.
Για να εξασφαλιστούν οι Τράπεζες καλύτερα από τον πιστωτικό και επιτοκιακό κίνδυνο αυτών των δανείων, τα χρησιμοποίησαν σαν περιουσιακά στοιχεία, που εγγυούνταν την αποπληρωμή των δόσεων τους στον κάτοχο τους. Τα μετέτρεψαν δηλαδή σε εμπορεύσιμους εγγυητικούς τίτλους. Διάφοροι ανεξάρτητοι «φορείς αξιολόγησης» αποτιμούσαν στη συνέχεια «επιστημονικά» την αξιοπιστία αυτών των τίτλων. Συνήθως δέχονταν πιέσεις από τις μεγάλες Τράπεζες πελάτες τους και αποτιμούσαν με τον καλύτερο βαθμό, χωρίς καμιά διερεύνηση, αυτούς τους τίτλους. Η αγορά των επισφαλών αυτών παραγώγων ανήλθε την περίοδο 2001-2006 στα 11,5 τρισ. δολάρια. Γρήγορα αυτά διασκορπίστηκαν στους χρηματοπιστωτικούς οργανισμούς όλου του κόσμου.
Η αλόγιστη χρήση αυτών των παράγωγων, που εξαρτώνταν από τη δυνατότητα αποπληρωμής δανείων χαμηλής αξιοπιστίας, δημιούργησε μια μεγάλη φούσκα που δεν άργησε να σκάσει. Όταν η κεντρική Τράπεζα των ΜΠΑ ανέβασε σταδιακά τα επιτόκια στο 5,25%, μεγάλες ομάδες πληθυσμών βρέθηκαν σε αδυναμία πληρωμής των δόσεων των δανείων τους και ο αριθμός τους συνεχώς μεγάλωνε. H φούσκα έσκασε τελικά τον Αύγουστο του 2007 και οι Τράπεζες άρχισαν να καταρρέουν η μία μετά την άλλη, όχι μόνον από την εξάλειψη της πίστης, αλλά και από τις φημολογίες και τις μαζικές αναλήψεις χρημάτων από τους καταθέτες τους που φοβούνταν μήπως πτωχεύσουν και χάσουν τα χρήματα τους. Πολλές αμερικανικές Τράπεζες τότε πτώχευσαν, άλλες συγχωνεύθηκαν για να γλιτώσουν, άλλες πουλήθηκαν σε εξευτελιστικές τιμές και άλλες κρατικοποιήθηκαν!
Η κρίση κορυφώθηκε τον Σεπτέμβριο του 2008 και μεταδόθηκε γρήγορα σαν ντόμινο στις ευρωπαϊκές Τράπεζες που είχαν επενδύσει σε αυτά τα «τοξικά ομόλογα», όπως ονομάστηκαν, τα οποία ήταν πια… αέρας κοπανιστός, χωρίς κανένα αντίκρισμα!
H μεγάλη αυτή χρηματοπιστωτική φούσκα μόλυνε τελικά όλο το σύστημα μέσα από μια αναπόφευκτη αλυσιδωτή αντίδραση. Στην προσπάθειά τους να ελέγξουν την κρίση και να διασώσουν το χρηματοοικονομικό σύστημα οι κεντρικές Τράπεζες άρχισαν να αγοράζουν τοξικά ομόλογα αναζωογονώντας τις Τράπεζες που ασφυκτιούσαν από έλλειψη ρευστότητας. Η κεντρική Τράπεζα των ΗΠΑ λ.χ. χρησιμοποίησε για τη διάσωση των Τραπεζών πληθωριστικό χρήμα ύψους 1,8 τρισ. δολλαρίων, επιβαρύνοντας το ήδη κολοσσιαίο από τις δαπάνες του πολέμου δημόσιο χρέος της χώρας και τον κρατικό προϋπολογισμό. Με ένα έλλειμμα επίσης 800 δισ. δολάρια ετησίως και με την απροθυμία όλο και περισσότερων πια χωρών να στηρίξουν το δολάριο σαν ένα διεθνές αποθεματικό νόμισμα, η οικονομική παντοδυναμία και ηγεμονία των ΗΠΑ αμφισβητείται πλέον έντονα παγκοσμίως.
Ανάλογες ενέσεις ρευστότητας πρόσφερε στις ευρωπαϊκές Τράπεζες η ΕΚΤ, φορτώνοντας και αυτή τη ζημιά στους λαούς και όχι στους τραπεζίτες που έπαιξαν κερδοσκοπικά εις βάρους των απλών πολιτών και έχασαν. Οι διασωθείσες στη συνέχεια Τράπεζες θα κερδοσκοπούσαν πάλι εις βάρος του λαού που τις έσωσε. Οι ελληνικές πάντως Τράπεζες επλήγησαν στην αρχή λιγότερο, γιατί δεν είχαν επενδύσει σε μεγάλη έκταση πάνω σε αυτά τα τοξικά παράγωγα ή σε άλλα ανάλογα χρηματιστικά προϊόντα που απαξιώθηκαν, με εξαίρεση το Ταχυδρομικό Ταμιευτήριο και ορισμένα αμοιβαία κεφάλαια της Εθνικής Τράπεζας και της Alpha Bank. Λόγω της διασύνδεσης πάντως και αλληλεξάρτησης του παγκόσμιου τραπεζικού συστήματος δοκίμασαν και αυτές τελικά μια κρίση ρευστότητας. Απλά απέφυγαν την κατάρρευση.
Η Βρετανία, παρότι διέθετε μεγάλα χρηματικά αποθέματα, ακολούθησε γρήγορα την Αμερική και ήταν από τις πρώτες Ευρωπαϊκές χώρες που επλήγησαν από την κρίση. Πολλές τότε Τράπεζες κρατικοποιήθηκαν και άλλες συγχωνεύθηκαν.
Το μεγαλύτερο πάντως χτύπημα στην Ευρώπη το δέχτηκε η Ισλανδία, οι Τράπεζες της οποίας είχαν αγοράσει πολλά τοξικά ομόλογα και κατάρρευσαν το 2008. Μεταξύ αυτών ήταν και η διαδικτυακή Τράπεζα lcesave στην οποία είχαν καταθέσεις επίσης Βρετανοί και Ολλανδοί. Οι καταθέτες αυτοί αποζημιώθηκαν από τις κυβερνήσεις τους, οι οποίες συμφώνησαν με την κυβέρνηση της Ισλανδίας να τους αποπληρώσει το χρέος των 3,8 δισ. ευρώ μέχρι το 2024, Κάτω από έντονη λαϊκή πίεση η Ισλανδική κυβέρνηση αναγκάστηκε να διεξάγει δημοψήφισμα για την αποδοχή ή όχι, αυτής της συμφωνίας. Η συμφωνία απερρίφθη τελικά από το 93% των πολιτών! Αυτό για να καταλάβουμε πώς αντιδρούν ορισμένοι λαοί στις μεγάλες αδικίες που απεργάζονται οι κυβερνήσεις τους εις βάρος τους.
Μερικοί αποδίδουν την κρίση στη μεγάλη απληστία ολίγων διεθνών τραπεζιτών και προτείνουν περισσότερη διαφάνεια, παρεμβάσεις, ρυθμιστικά μέτρα, ελέγχους και συντονισμό σε ευρωπαϊκό και διεθνές επίπεδο. Στην πραγματικότητα όμως οι οικονομικές κρίσεις είναι έμφυτες στο καπιταλιστικό σύστημα.
Για να γίνει κατανοητό πόσο φούσκες είναι όλα αυτά τα χρηματιστηριακά προϊόντα, αρκεί να σημειωθεί ότι ενώ το παγκόσμιο ΑΕΠ υπολογίζεται περίπου 50 τρισ. δολάρια, η χρηματιστηριακή αγορά μετοχών, ομολόγων και τραπεζικών καταθέσεων είναι τριπλάσια (150 τρισ.) και η χρηματιστική αγορά παραγώγων Μπλάσια (700 τρισ. δολάρια).
Η συνέχεια στο 3ο και τελευταίο μέρος
ΠΗΓΗ: http://www.pame.gr
0 Σχόλια