Αποκλειστική συνέντευξη με τον στιχουργό Δημήτρη Αναγνωστόπουλο - OneMagazino

Breaking

OneMagazino

www.magazino1.blogspot.gr

Τρίτη, Φεβρουαρίου 16, 2021

Αποκλειστική συνέντευξη με τον στιχουργό Δημήτρη Αναγνωστόπουλο

Ο Δημήτρης  είναι από τους ανθρώπους που κράτησε την επιθυμία του από την παιδική ηλικία και την έκανε πραγματικότητα. Αυτή η επιθυμία του να εξωτερικεύσει τα συναισθήματα του, να τα μοιραστεί με τον κόσμο, να συμβάλει και ο ίδιος με τον δικο του τρόπο στην "μάζα" της κοινωνίας μας. Και το κατάφερε! Τι πιο όμορφο πράγμα από το να πετυχαίνεις στόχους (ή επιθυμίες) που είχε στα παιδικά σου χρόνια; Εμείς μιλήσαμε μαζί του και τον γνωρίσαμε. 
Ακολουθεί αποκλειστική συνέντευξη του Δημήτρη Αναγνωστόπουλου για το magazino1


 Καλησπέρα Δημήτρη. Ας πάρουμε τα γεγονότα με τη σειρά. Από ποια ηλικία θυμάσαι τα πρώτα μουσικά ερεθίσματα; Πώς αντιλαμβανόσουν τότε τη μουσική, το τραγούδι ή τον στίχο;

           Κάνοντας μια γενναία αναδρομή στα παιδικά μου χρόνια, διαπιστώνω ότι από πολύ μικρός είχα την ανάγκη να εκπέμψω κάτι. Κάτι να εκφράσω. Δεν ξέρω από πού ερχόταν αυτό. Θα 'μουν γύρω στα έξι και με θυμάμαι, καλοκαίρι στο σπίτι της γιαγιάς στην Τρίπολη, ανεβασμένο στο περβάζι του παραθύρου να δίνω παραστάσεις μόνος μου. 
                «Θα 'ναι σα να μπαίνει η άνοιξη», «Το μόνο που θυμάμαι είναι που μύριζε άνοιξη το πρώτο σου φιλί» – κάποιο από αυτά τα δύο έλεγα συνέχεια, ή μπορεί και τα δύο εναλλάξ. Λίγο πιο μικρό, με βάζανε οι δικοί μου στο πεζούλι με τις γλάστρες και τους τραγουδούσα δημοτικά τραγούδια: «Λεμονάκι μυρωδάτο», «Βασιλικός θα γίνω», «Πέρα στους πέρα κάμπους», «Θαλασσάκι μου», «Μισεύω και τα μάτια μου δακρύζουν λυπημένα», και άλλα τέτοια. Τα θυμάμαι χαρακτηριστικά επειδή για 'μένα δεν ήταν ποτέ απλώς τραγούδια. Ήταν εικόνες, μυρωδιές, ανθρώπινες σχέσεις, ιστορίες, ερωτηματικά.
                    Παιδάκι, ήμουν ατρόμητα εκφραστικό πλάσμα. Πρώτες τάξεις του δημοτικού, έκανα κούνια με τους φίλους μου στην πλατεία και τραγουδούσα ασταμάτητα, χωρίς να με νοιάζει μήπως ενοχλώ κανέναν ή αν αρέσω. Μετά ήρθε η εφηβεία με τα βάρη της, και τότε πια άρχισα να κοιτάζω προς τα μέσα. Εκεί ξεκίνησα περισσότερο να παρατηρώ και να αποθηκεύω πράγματα απ' αυτά που γράφω τώρα στα δικά μου τραγούδια.

 Θυμάσαι τους πρώτους στίχους που έγραψες; Και ποιες ήταν οι συγκυρίες που σε έκαναν να μπεις στη διαδικασία να γράψεις;

                 Ξέθαψα πρόσφατα ένα τετράδιο του 1996 με κάτι στιχάκια και μια μελωδία που είχα σκαρώσει παίζοντας με ένα φτηνό πιανάκι της ξαδέρφης μου. Να φανταστείς δεν έπαιζε περισσότερες από μία νότες ταυτόχρονα. Είχα σημειώσει τα πλήκτρα αριθμημένα για να ξέρω με τι σειρά θα πρέπει να τα πατάω, και από δίπλα είχα τα στιχάκια μου με εκφραστικές οδηγίες μάλιστα για τους ερμηνευτές. Ήταν ντουέτο, άντρας-γυναίκα, με τίτλο «Αν μ' αγαπάς». Επηρεασμένος σίγουρα από τα βίντεο κλιπ που έπαιζαν συνέχεια στα 90's και πολλά από αυτά ήταν ντουέτα. Παιδαριώδες το πρώτο μου τραγούδι, όμως από αυτό κρατάω τη διάθεσή μου να γράψω κάτι διαλογικό, “θεατρικό” ας πούμε. Ήδη από τότε λάμβανα υπόψη μου τον ερμηνευτή, την ατμόσφαιρα και τη συνθήκη μέσα στην οποία θα εντασσόταν ο λόγος.

➤ Με τι σειρά ακολούθησαν οι σπουδές σου μετά το λύκειο; Και σήμερα με ποια σειρά τις κατατάσσεις στην καρδιά σου;
               Έχτισα όλη μου τη ζωή πάνω στις δύο αγάπες μου: τη μουσική και τον λόγο. Σπούδασα Γαλλική Φιλολογία και Μεταφρασεολογία-Μετάφραση, ενώ παράλληλα έκανα σπουδές σύγχρονου τραγουδιού. Το τραγούδισμα είναι η πηγή μου, όμως δεν το κυνήγησα επαγγελματικά όσο το ονειρεύτηκα. Από ατολμία, αν θες, στάθηκα κυρίως στην πλευρά της δημιουργίας. Ωστόσο, όσα γνωρίζω για το τραγούδισμα μού είναι απόλυτα χρήσιμα και στην τραγουδοποιία. Έκανα και κάποια σεμινάρια στιχουργικής στο Μικρό Πολυτεχνείο, όπου είχα την ευκαιρία να δω πώς λειτουργούν άλλοι δημιουργοί, με τα δικά τους εργαλεία και τους δικούς τους τρόπους, να εκτεθώ σε αυτούς και να κερδίσω από τις διαφορές μας. Εκεί επίσης ήρθα σε στενή επαφή με τη Δήμητρα Γαλάνη και αργότερα με τη Λίνα Νικολακοπούλου. Ιερά ονόματα για την προσωπική μου μυθολογία αλλά και για τον πολιτισμό μας γενικότερα. Με αγκάλιασαν. Έγραψα πράγματα μαζί τους. Είμαι απεριόριστα ευγνώμων γι' αυτό.

 Η δημιουργικότητα έρχεται την ημέρα ή το βράδυ; Στις χαρές ή στις λύπες;

        Η δημιουργικότητα είναι σταθερό χαρακτηριστικό. Όλοι οι άνθρωποι είμαστε δημιουργικοί, καθένας στους τομείς του. Μιλώντας όμως πιο συγκεκριμένα για το γράψιμο, αυτό που διαρκώς πάει κι έρχεται είναι η “έμπνευση”. Κι αυτή βέβαια δεν είναι παρά η όρεξη να κάτσεις να δουλέψεις, να παίξεις και να πειραματιστείς με τα εκφραστικά σου μέσα. Παρ' όλα αυτά, κάθε φορά που θα κάτσεις να δουλέψεις, είτε επειδή έχεις αυτή την όρεξη είτε επειδή χρειάζεται να το κάνεις γιατί έχεις ας πούμε να “παραδώσεις” ένα αποτέλεσμα, πάντα κάτι θα γεννηθεί. Και άμα είσαι και λίγο προπονημένος, θα είναι κατά πάσα πιθανότητα κάτι καλό.
        Εμένα με βολεύει περισσότερο να δουλεύω τη νύχτα γιατί τότε έχω περισσότερη ησυχία και λιγότερους περισπασμούς. Χαρές και λύπες μπορούν εξίσου να πυροδοτήσουν σκέψεις και συναισθήματα προς αποτύπωση. Τα σημειώνεις όσο είναι καυτά “από τον φούρνο”, αλλά τα δουλεύεις καλύτερα σε χρόνο μεταγενέστερο, που θα έχουν κρυώσει και ξεφουσκώσει λιγάκι.

 Η πηγή της έμπνευσής σου αλλάζει κατά καιρούς;

     Η σπίθα μπορεί να έρθει από οπουδήποτε, οποτεδήποτε. Αρκεί να αφήνεσαι εύφλεκτος απέναντι στα ερεθίσματα. Μια σκηνή στον δρόμο, μια μυρωδιά που θα ξυπνήσει μια ξεχασμένη αίσθηση, η αλλαγή των εποχών, ένα φαγητό που θα σου θυμίσει ξαφνικά μια πρώτη γευστική συγκίνηση... Μπορεί να είναι μια ταινία, ένα βιβλίο, μια συνέντευξη σε ένα περιοδικό, μια φωτογραφία, ένα τραγούδι με ενδιαφέρουσα δομή, μια μουσική με έντονο συγκινησιακό φορτίο, ένας ζωγραφικός πίνακας, ένα γλυπτό... Για παράδειγμα, το τραγούδι «Στη λήθη των μαρμάρων» που ερμηνεύει η Μαρία Φαραντούρη, ξεκίνησα να το γράφω επηρεασμένος από κάποια έργα του Γάλλου γλύπτη Auguste Rodin. Με συγκίνησαν οι μορφές των ανθρώπων έτσι λαξευμένοι καθώς ήταν μαζί, ενωμένοι πάνω στην πέτρα εις τους αιώνας των αιώνων.

➤ Μπορείς να μας εξηγήσεις πώς ξεκινάς τη δημιουργία ενός τραγουδιού; Με λίγα λόγια, ποια διαδικασία ακολουθείται μέχρι να ακουστεί το τραγούδι από τον εκάστοτε τραγουδιστή;
         Πώς βλέπω εγώ ένα τραγούδι: Οι στίχοι είναι το σενάριο, και η μουσική είναι η σκηνοθεσία. Οι στίχοι δηλαδή είναι το “τι λέμε”, ενώ η μουσική το “γιατί το λέμε”. Η μουσική είναι αυτή που θα υποδείξει, ας πούμε, αν η άχρωμη λεξούλα “φεύγω” σε ένα ρεφρέν είναι λύτρωση για αυτόν που θα την πει ή μεγάλη συντριβή. Όταν είσαι στιχουργός, χοντρικά δύο αφετηρίες υπάρχουν για να οδηγηθείς σε ένα νέο τραγούδι: Η μία, όταν οικοδομείς μόνος σου το στιχούργημα από το μηδέν και μετέπειτα συνεργάζεσαι με έναν συνθέτη για τη μελοποίηση, και η άλλη, όταν γράφεις πάνω σε μια μελωδία που σου έχει εμπιστευτεί ένας συνθέτης.
              Όταν γράφω μόνος μου, βρίσκομαι σε ελεύθερη πτώση. Μπορεί να πέσω εδώ, μπορεί να πέσω και παραδίπλα. Πολλές φορές, η ελευθερία είναι χαοτική, και αν δεν έχεις την όρεξη για τον πειραματισμό που λέγαμε πριν, εύκολα αδρανείς. Αντίθετα, όταν γράφω πάνω σε μια δοσμένη μελωδία, μπορεί να είναι σα να έχω στα χέρια μου το ρούχο και να ψάχνω το σώμα, κάτι αντικανονικό δηλαδή, όμως συνήθως κινούμαι εντός ενός καθορισμένου πλαισίου. Μπορεί να ξέρω για ποιον ερμηνευτή προορίζεται, οπότε θα λάβω υπόψη μου την πορεία του, την ερμηνευτική θερμοκρασία του, τη στάση του απέναντι σε όσα τραγουδά... Πάνω απ' όλα όμως, έχω το πλαίσιο που μου ορίζει η ίδια η μουσική. Έχω ρυθμό, μελωδία, διάθεση. Αν είμαι τυχερός, έχω και μια αρκετά ενδεικτική ενορχήστρωση. Τη μετρική που μου δίνεται, πρέπει να την πάρω και να την κάνω προσωδία ανάλογου χρώματος. Οι μελωδικές πτώσεις που θα συναντήσω, κάτι πρέπει να σημαίνουν όταν θα σμίξουν με τις λέξεις. Έχω να προσέξω τα ξεχωριστά σημεία συγκίνησης, τις δυναμικές της έντασης, τις εξάρσεις, τις υφέσεις. Όλα αυτά πρέπει να φαίνεται στο τελικό αποτέλεσμα ότι έχουν λόγο που υπάρχουν. Στην ουσία, ως μεταφραστής που είμαι, μεταφράζω την αίσθηση σε νόημα. Όσο πιο σφιχτό το πλαίσιο, τόσο πιο δύσκολο το εγχείρημα, αλλά και πιο συγκεκριμένο το αποτέλεσμα.
               Λαμβάνω λοιπόν μια μουσική και την ακούω συνέχεια για ένα διάστημα. Την περπατάω, την κοιμάμαι... Θεωρώ ότι την έχω γράψει εγώ, ότι είναι δική μου, και προσπαθώ να θυμηθώ τι ήθελα να πω γράφοντάς τη. Συνήθως, γράφω πάνω στο μέτρο της κάποια πρώτα ασυνάρτητα λόγια, το λεγόμενο “γιαούρτι” κατά τους Γάλλους, ώστε να γίνει η μελωδία μου εικόνα πάνω στο χαρτί και να τη συγκρατήσω πιο εύκολα. Και αυτή είναι η περίοδος που η προσοχή μου οξύνεται, και οτιδήποτε κι αν κάνω μες στη μέρα μου, το μυαλό μου αναζητάει παντού κάτι που θα μπορούσε να είναι χρήσιμο για να ειπωθεί πάνω σε αυτή τη μελωδία, πάνω σε αυτή την αίσθηση. Μια φράση-κλειδί που θα βρω για ένα κομβικό σημείο του τραγουδιού μπορεί να αποτελέσει τον θεμέλιο λίθο, κι έπειτα πάνω σ' αυτή να χτιστεί τουβλάκι-τουβλάκι όλο το υπόλοιπο τραγούδι. Η αγωνία μου είναι πάντα να υπάρχει συνεκτικότητα. Λογική και κυρίως συναισθηματική αλληλουχία. Πολλές φορές, αν έχω βρει τη θεματική που θέλω να αναπτύξω, θα επενδύσω χρόνο βλέποντας ταινίες με αυτή τη θεματική, απ' όπου θα αντλήσω στοιχεία.
             Αυτά όσον αφορά τη διαδικασία της δημιουργίας. Τα επόμενα στάδια ώσπου να κυκλοφορήσει το τραγούδι είναι μια άλλη δαιδαλώδης ιστορία. Θέλει υπομονή και αγάπη.

 Γενικά θα χαρακτήριζες δύσκολη τη δουλειά του στιχουργού;

             Αν το εξετάσουμε ως επάγγελμα, θα συννεφιάσω λίγο την εικόνα, αλλά ναι, είναι δύσκολη δουλειά. Πρώτα-πρώτα, θα πω ότι οικονομικά δεν αποδίδει αρκετά. Είναι γνωστό αυτό. Και εμείς οι νεότεροι, είναι ζήτημα αν θα καταφέρουμε να χτίσουμε έναν σημαντικό κατάλογο τραγουδιών στη ζωή μας. Έπειτα, δεν υπάρχουν δυστυχώς κανόνες δεοντολογίας σε αυτού του είδους τις “ελεύθερες” συνεργασίες. Μου έχουν τύχει αρκετές ματαιώσεις, όπως γνωρίζω αντίστοιχες και από διηγήσεις εδραιωμένων στιχουργών. Τραγούδια που σου αναθέτουν και μετά ξαφνικά εστιάζουν σε άλλα πρότζεκτ, και έτσι αυτά δεν κυκλοφορούν ποτέ... Και ούτε πληρώνεσαι για τη δουλειά σου ούτε έχεις την ικανοποίηση να τη μοιραστείς με τον κόσμο. Ή ακόμη, τραγούδια που σου αναθέτουν και ενώ εσύ τα δουλεύεις, τα ακούς εντελώς απροειδοποίητα ως νέες κυκλοφορίες με τους στίχους ενός άλλου... Και μένω σε αυτά τα λίγα παραδείγματα. Για ένα τραγούδι που κυκλοφορεί, άλλα είκοσι μένουν στην ντουλάπα, απροβάριστα και αφόρετα.
 
 Ένα τραγούδι σου που ξεχωρίζεις;
          Είναι πολύ λίγα τα τραγούδια μου που έχουν κυκλοφορήσει επίσημα ως τώρα. Μια δεκάδα πάνω-κάτω από το 2008 μέχρι σήμερα. Μάλλον όμως θα πρέπει να παραδεχτώ ότι αγαπάω λίγο περισσότερο τα δύο τελευταία, «Αυτό ήταν όλο» και «Αττική-Βικτώρια (Μια στάση μετά)». Είναι πολύ προσωπικά μου, και επιπλέον αξιώθηκαν να βγουν λίγο πιο μπροστά σε σχέση με τα προηγούμενα.

➤ Τι κράτησες και θα θυμάσαι για πάντα από τις συνεργασίες σου, με γνωστά ονόματα απ' ό,τι βλέπουμε στο εισαγωγικό κείμενο; Στιγμές που υπήρξαν σταθμοί για εσένα;           
Κάθε συνεργασία υπήρξε πραγματικά πολύτιμη. Τι να πρωτοαναφέρω χωρίς να αφήσω απ' έξω ανθρώπους που με εμπιστεύτηκαν και τους εμπιστεύτηκα; Από το πρώτο μου τραγούδι με τον Λάκη Χαλκιόπουλο («Άσε!»), που δεν ήταν παρά ένα προσωπικό πείραμα κι όμως με έβαλε στον χώρο, στη συνάντησή μου με την Ευρυδίκη, αυτό το αειθαλές κορίτσι που είχα πλάι μου στο στούντιο την ώρα της μίξης του τραγουδιού μας («Οι διαφορές», ντουέτο με την επίσης αγαπημένη Σαλίνα Γαβαλά) και ανά δύο λεπτά αναρωτιόμουν αν αυτή η φωνή που κουβεντιάζει μαζί μου είναι όντως εκείνη που άκουγα μικρός και τραγουδούσα τα τραγούδια της ανεβασμένος στο παράθυρο. Μετά, η συνάντησή μου με τον Γιώργο Καγιαλίκο, με τον οποίο κάναμε τα δύο τραγούδια για τη Μαρία Φαραντούρη («Στη λήθη των μαρμάρων», «Ναυσικά»). Θυμάμαι τις στιγμές μαζί της στο στούντιο και τις ενδιαφέρουσες κουβέντες μας για τον Θεοδωράκη, τον Χατζιδάκι, την τζαζ, την Κορσική... Με τον Γιώργο κάναμε βεβαίως και τη «Φυγή» μας, με ερμηνευτή τον Γιάννη Λεκόπουλο. Οι μουσικές του Γιώργου, ό,τι χρώμα και να τους δώσει, θα καθρεφτίζουν πάντα τη χαρακτηριστική λεπτότητά του. Έχουμε αφήσει ανοιχτούς λογαριασμούς οι δυο μας. Μετά, ήρθε η γνωριμία μου με τον Δαμιανό Πάντα, ένα καλοκαιρινό μεσημέρι στη Βολισσό της Χίου όπου συνέπεσαν οι διακοπές μας, και αμέσως δουλέψαμε στενά πάνω σε τρία τραγούδια που είπε η Ερωφίλη του συγκροτήματος Τρίφωνο («Το πιόνι», «Στα λόγια», «Γρίφοι»). Έχουμε και κάποια ακόμη που είναι να έρθουν πολύ σύντομα.


           Μετά, έρχεται η κυκλοφορία του «Αυτό ήταν όλο» με ερμηνεύτρια την Παυλίνα Βουλγαράκη. Ένα τραγούδι που είχα γράψει για τη Δήμητρα Γαλάνη, πάνω στη φωνή και την κιθάρα της, τον Γενάρη του 2011. Ήταν επικεφαλής τότε στο σεμινάριο Στιχουργικής που παρακολουθούσα στο Μικρό Πολυτεχνείο, και μας είχε δώσει ως άσκηση να γράψουμε πάνω σε αυτή τη μελωδία. Γράψαμε περισσότεροι από τριάντα άνθρωποι. Ξεχώρισε λίγο παραπάνω τους στίχους μου. Αυτό το τραγούδι αρχικά δουλευόταν για να κυκλοφορήσει με τη φωνή ενός άλλου εξαιρετικού νέου ερμηνευτή, όμως η συνεργασία ναυάγησε. Είχα επενδύσει πολύ, συναισθηματικά, σε εκείνη τη συνεργασία. Ωστόσο, λίγο καιρό αργότερα η Δήμητρα μού μίλησε για την Παυλίνα. Το τραγούδι αυτό έπρεπε να βγει τη στιγμή που βγήκε, και η Παυλίνα το υποστήριξε εξαιρετικά. Την αγαπώ γιατί με τη φωνή της σφράγισε μέσα σε αυτό ένα τεράστιο κομμάτι του εαυτού μου. Ονειρεύομαι κάποια στιγμή να την ακούσω να το λέει και unplugged, λιτά και ήσυχα, απλώς με μια κιθάρα. Και η Δήμητρα έχει υποσχεθεί ότι θα το εντάξει στα live της. Ανυπομονώ.

           Σημαντικός αρωγός σ' αυτή τη δουλειά ήταν ο παραγωγός Νίκος Μακράκης – όχι τυχαία αγαπητός στον μουσικό χώρο, ο οποίος αμέσως μετά με έφερε σε επαφή με τον νεαρό συνθέτη Αντώνη Καλούδη και μαζί φτιάξαμε το «Αττική-Βικτώρια» για την επίσης νεαρή Αγγέλα Σιδηροπούλου. Η γενιά αυτή έχει υπέροχα πλάσματα, με όρεξη και με πολύ ταλέντο.


 Αγαπημένοι σου στιχουργοί;

             Θα πω ενδεικτικά τα πρώτα ονόματα που μου έρχονται στο μυαλό. Οι φάροι μου φυσικά: η Zazie, ο Pierre Lapointe, ο Jean-Jacques Goldman... Και οι τρεις τους, τραγουδοποιοί και ερμηνευτές. Από τον αγγλόφωνο κόσμο, ο απόλυτος μάστορας Stephen Sondheim. Επίσης, γενικά θαυμάζω πολύ τους δημιουργούς τής μεγάλης φόρμας, τους σύγχρονους παραμυθάδες, όπως είναι η Dolly Parton, η Lynda Lemay, ο Charles Aznavour, που γράφουν “σεντόνια” ολόκληρα χωρίς όμως να περισσεύει λέξη. Από Έλληνες, θα πω τη “δασκάλα” μου (εντός και εκτός εισαγωγικών) Λίνα Νικολακοπούλου, τον Μιχάλη Γκανά, τον Κώστα Τριπολίτη, τον Φοίβο Δεληβοριά. Από τους νεότερους, με ενθουσιασμό ακούω οτιδήποτε καινούργιο κυκλοφορούν ο Γεράσιμος Ευαγγελάτος και η Ελένη Φωτάκη.

 Μελλοντικά σκέφτηκες τι συνεργασίες θα ήθελες να έχεις;

          Κάθε φορά που γράφω κάτι καινούργιο, αναπόφευκτα οραματίζομαι ερμηνευτές που θα τους ταίριαζε αυτό ιδιοσυγκρασιακά. Το μέλλον ανήκει στους νεότερους, που καλά θα ήταν να τους γνωρίσουμε και να τους αγαπήσουμε εγκαίρως. Μερικοί από αυτούς που ξεχωρίζω είναι ο Θοδωρής Βουτσικάκης, ο Θοδωρής Μαυρογιώργης, ο Ευστάθιος Δράκος, ο Παναγιώτης Λάμπουρας, ο Απόστολος Κίτσος, η Βίκυ Καρατζόγλου, η Μυρτώ Βασιλείου, η Δήμητρα Σελεμίδου... Από συνθέτες, πέρα από κάποιους πολύ γνωστούς που σίγουρα ονειρεύομαι να δουλέψω μαζί τους, θα αναφέρω την ιδιαίτερη περίπτωση του Αντώνη Σουσάμογλου, κι ας ξέρω ότι γράφει αποκλειστικά τις δικές του ιστορίες.

  Πώς διαχειρίζεσαι τις θετικές και τις αρνητικές κριτικές ή σχόλια;

             Δέχομαι με βαθιά ικανοποίηση τα όμορφα σχόλια. Αυτά που μου δείχνουν ότι κάποιοι άνθρωποι ταυτίζονται με κάτι που έχω γράψει. Έχει τρομερή γοητεία αυτό και κάπως με ξαφνιάζει πάντα. Εξίσου με χέρια ανοιχτά υποδέχομαι και τα αρνητικά σχόλια. Κάποια είναι εποικοδομητικά, ερχόμενα με καλή προαίρεση, και κάποια άλλα είναι κακόβουλα ή απλώς αφελή. Έχω επίγνωση ότι δεν καταλαβαίνουμε όλοι οι άνθρωποι τα ίδια πράγματα με τον ίδιο τρόπο, ούτε έχουμε όλοι τις ίδιες αναζητήσεις και τις ίδιες προσδοκίες.

 Παρακάτω βλέπουμε ένα βίντεο από «Το Πιόνι - The Friends Project»,  με τη συμμετοχή φίλων σου. Εξήγησέ μας τη φιλοσοφία αυτού του ιδιαίτερου πρότζεκτ.

             «Είμαστε άλλοι όπως όλοι...» Διαφορετικοί όπως ο καθένας. Πάνω σ' αυτή την ιδέα του τραγουδιού που γράψαμε με τον Δαμιανό Πάντα και τραγούδησε η Ερωφίλη, και για να το προωθήσω κάπως με έναν παιγνιώδη τρόπο στα social media, συγκέντρωσα μερικούς φίλους μου τραγουδιστές και ηθοποιούς και φτιάξαμε ένα πολύ απλό βίντεο με τον καθένα τους, στο οποίο τραγουδούσαν με τον δικό τους τρόπο το ρεφρέν. Αυτές οι “κάψουλες” του ενός λεπτού λοιπόν, ανέβαιναν στον λογαριασμό μου στο Instagram και στη σελίδα μου στο Facebook, μία κάθε πρωί επί δέκα ημέρες. Είναι τόσο μαγικό να ανακαλύπτεις τα ίδια λόγια, διαφορετικά φωτισμένα κάθε φορά. Μου έκαναν μεγάλο δώρο οι φίλοι μου, και τους ευχαριστώ όλους και από εδώ.

 
 «Λόγια που δε γίνονται μουσική είναι θλίψη, ό,τι και να λένε.» Ένα από τα τελευταία γραφόμενά στο πρότζεκτ «Χαρτάκια». Πες μας το σκεπτικό πίσω από αυτή τη σελίδα στο Facebook. Τι ήθελες να πετύχεις με τη δημιουργία της; Υπήρξε ανταπόκριση από το κοινό;

         Μιλώντας για τραγούδι πάντα, οι στίχοι πρέπει συνειδητά να είναι φτιαγμένοι έτσι που σχεδόν να μη στέκουν αυτόνομοι χωρίς τη μουσική τους. Έτσι, όταν για χ-ψ λόγους χωρίζονται από αυτή ή μένουν αμελοποίητοι, τους λογαριάζω σαν λόγια ανυπεράσπιστα. Εκεί έγκειται και η θλίψη που αναφέρω.
         Ομολογώ πως η συγκεκριμένη φράση ήταν κάπως πιο κρυπτική απ' ό,τι συνήθως στα Χαρτάκια. Τι είναι όμως τα Χαρτάκια; Είναι κάποια επιγράμματά μου, άλλοτε σε ποιητικό ύφος, άλλοτε με έναν πολύ άμεσο λόγο, τα οποία πρωτοδημιουργήθηκαν ως status στο προσωπικό μου προφίλ στο Facebook το 2010, συνέχισαν στο Twitter, και τέλος τα λιγότερο επικαιρικά απ' αυτά συγκεντρώθηκαν στη σελίδα «Χαρτάκια» στο Facebook.
          Η ανάγκη μου ήταν, όπως και με τα τραγούδια, να φτάσουν οι ιδέες μου σε όσο περισσότερο κόσμο γίνεται και να αποτελέσουν αφορμή για σκέψη, συνειδητοποίηση, αμφισβήτηση και γενικά αφορμή για κουβέντα μεταξύ των ανθρώπων. Το Facebook είναι ένα μέσο όπου βλέπεις αμέσως τις όποιες αντιδράσεις προκαλεί αυτό που δίνεις. Αν λάβουμε υπόψη ότι έτρεχα τη σελίδα εντελώς μόνος μου και χωρίς να ανατρέξω σε ιδιαίτερα τερτίπια μάρκετινγκ, πήγε ικανοποιητικά καλά. Είχε πολλές κοινοποιήσεις. Έσμιξε και δίχασε αρκετό κόσμο. Υπήρξε μάλιστα η σκέψη να μεταφέρω τα «Χαρτάκια» και στο Instagram, όπου το κοινό είναι αρκετά διαφορετικό, αλλά δεν ξέρω αν έχει πια πολύ νόημα κάτι τέτοιο εφόσον πρόκειται για ένα πρότζεκτ που έχει ολοκληρωθεί. Ίσως ένας δεύτερος κύκλος κάποτε. Ή μία έκδοση.

 Ποια θα ήταν η συμβουλή σου προς τον νέο ή τη νέα που θα ήθελε να μπει στον χώρο της μουσικής;
        Ειλικρινά, δεν είμαι πολύ κατάλληλος για να δώσω συμβουλές ως προς αυτό. Κάθε φορά που βγαίνει κάτι δικό μου προς τα έξω, είναι πάντα και για εμένα μια καινούργια αρχή. Ακόμα ζυγιάζω τα φτερά μουμέσα σ' αυτόν τον χώρο.

 Και για να κλείσουμε, κάτι που θα ήθελες να πεις σε όσους μας διαβάζουν τώρα από τα σπίτια τους,  καθώς η χώρα βρίσκεται σε κατάσταση lockdown λόγω της πανδημίας;
       Θα ήθελα να προτείνω κάτι, ιδιαίτερα σε εκείνους που τυχαίνει καμιά φορά να πέφτουν ψυχολογικά λόγω της κατάστασης. Θα βοηθήσει να αποδεσμεύονται πού και πού για ένα διάστημα από όλα τα τεχνολογικά τους δεκανίκια, να ηρεμούν από τα διάφορα εξωτερικά ερεθίσματα και, γιατί όχι, να φτιάχνουν μες στο μυαλό τους λίστες με πραγματάκια που αγαπούν στη ζωή. Η δική μου λίστα έχει μέσα λέξεις όπως: ήλιος, τρένα, άλογα, γάλα, αρώματα, πλεκτά, γαϊδουράγκαθα, τραγούδια... Υπομονή, και σύντομα θα περάσουμε ξανά από την επικοινωνία στην επαφή. Αυτή που τόσο μας έχει λείψει.

Δημήτρη σε ευχαριστούμε για την συνέντευξη στο magazino1


Δείτε τα τραγούδια με την υπογραφή του του Δ.Αναγνωστόπουλου https://www.discogs.com
-Άσε, Λάκης Χαλκιόπουλος - Άκυρη Εποχή
-Οι Διαφορές, Salina (6) - Το Καινούριο Σου Όπλο 
-Φυγή ,Γιώργος Καγιαλίκος
-Eris ,Kakia Konstantinaki, Nalyssa Green, Kalliopi Mitropoulou - Hyper​-​Opera   
-Παυλίνα Βουλγαράκη - Αυτό Ήταν Όλο 
-Το Πιόνι  , Δαμιανός Πάντας, Ερωφίλη - Στα Λόγια Η Ψυχή 
-Αγγέλα Σιδηροπούλου - Αττική-Βικτώρια (Μια Στάση Μετά) 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

add